Με την ευκαιρία της κηδείας του αγαπημένου μας φίλου, Γιώργου Καραγιώργη, από το Λευκόνοικο, ψυχής του πασίγνωστου εστιατορίου «Ελιζέ» στο Λονδίνο, απόψε είδα ξανά μια φωτογραφία που με είχε συγκινήσει από την πρώτη φορά που την είδα, πριν από πολλά χρόνια.
Η μητέρα του, Μυροφόρα, το γένος Καμιντζή, από την κωμόπολή μας, μετά την προσφυγιά, πήγε μαζί με τα παιδιά της στο Λονδίνο.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι πρώτος μετανάστευσε ο Γιώργος, ο Τζιώρτζης, όπως ήταν γνωστός, και μετά ακολούθησαν ο Μιχαλάκης και ο Οδυσσέας. Μαζί τους πήγε για σπουδές και η αδελφή τους, κ. Νίκη Καραγιώργη, η καθηγήτρια των αγγλικών. Με την προσφυγιά μας, τράβηξαν για την Αγγλία και η μικρότερη αδελφή, η μ. Λήδα, με τον σύζυγό της, κ. Μελή Παττίχη, και τα δύο παιδιά τους, τον Κυριάκο και τη Μιράντα. Μαζί τους πήγε και η μητέρα των Καραγιώργηδων, η μ. Μυροφόρα, η οποία ήταν η αγκαλιά για όλα τα παιδιά της κωμόπολής μας που έτυχε να βρίσκονται στη βρετανική πρωτεύουσα.
Νοικοκυρά και προκομμένη, έκανε το σπίτι της κόρης της, της Λήδας, να μοσχοβολά μυρωδιές του Λευκονοίκου. Φούρνιζε ψωμιά και κουλούρια, έφτιαχνε κουλουράκια και πίτες, διπλοπισιήδες και άλλα καλούδια της Μεσαορίας μας, για να μάθουν τα εγγόνια της τον γαστρονομικό μας πλούτο και να αγαπήσουν τον τόπο της καταγωγής τους. Έτσι ήταν μαθημένη. Έτσι, συνέχισε και στον ξένο τόπο!
Αξίζει να αναφέρω ότι με τη δική της παρότρυνση τα παιδιά της συνέτρεξαν όλους τους συγγενείς τους στην Κύπρο που τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς περνούσαν, όπως όλοι οι ξεσπιτωμένοι από τον τόπο τους, δύσκολες μέρες. Αυτή ήταν η καπετάνισσα. Τα παιδιά της τη λάτρευαν. Τη σέβονταν. Από τη βουλή της δεν έβγαιναν, αυτοί που όλος ο ντουνιάς μιλούσε για ελόγου τους: εστεμμένοι, πολιτικοί, εφοπλιστές, ηθοποιοί και τραγουδιστές, όλοι περνούσαν υπέροχα στο Ελιζέ με τα κόλπα του Τζιώρτζη, την ευγένεια, τη γενναιοδωρία και την αρχοντιά του, την ελληνική διασκέδαση!
Αυτή η φωτογραφία μιλά από μόνη της. Μια γυναίκα προχωρημένης ηλικίας, μαυροφορημένη, με τη μαντήλα της δεμένη στα μαλλιά, όπως όριζαν τα έθιμα για μια χήρα γυναίκα εκείνης της εποχής, αλλά πανέμορφη με κάτασπρη επιδερμίδα, με φωτεινό βλέμμα, αποφασιστικό. Μια Καμιντζήνα!
Μια γυναίκα πρόσφυγας από το Λευκόνοικο, μια γυναίκα απόφοιτος του δημοτικού σχολείου, στέκεται δίπλα στη σιδηρά κυρία, την Μάργκαρετ Θάτσερ, και με παρρησία και ευγένεια, ευπρέπεια αξιοθαύμαστη, εσωτερική δύναμη, ψυχική ανωτερότητα, μιλά και όλοι γύρω της την ακούν και τους προκαλεί ευφορία. Χαμογελούν όλοι, η σιδηρά κυρία σαν να βρίσκεται σε αμηχανία. Η γλώσσα του σώματος είναι πολύ ευδιάκριτη.
Η μ. η Μυροφόρα υποστηρίζει αυτά που λέει με σθένος. Τα δύο δάκτυλα προτεταμένα, δηλώνουν με σαφήνεια τη σοβαρότητα των λεγομένων της. Σαν να της λέει: έχω να σας πω δύο πράγματα:
α)σε ποιον θα άρεσε να χάσει το σπίτι και όλη την περιουσία του;
β)τι μπορείτε εσείς ως πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας να κάνετε για να μας βοηθήσετε να πάμε πίσω στον τόπο μας;
Πλάι της, στα αριστερά της φωτογραφίας, είναι ο μικρότερος γιος της, ο Οδυσσέας της. Η οικονομική δύναμη του Ελιζέ. Ο σπουδασμένος. Ο μηχανολόγος. Λεβέντης σαν τη μάνα του. Ήταν όλοι τους, βέβαια, λεβέντες!
Αιωνία σου η μνήμη, θεία Μυροφόρα. Εδώ και λίγες μέρες έχεις μαζί σου και τον Γιώργο σου. Ευχόμαστε να είστε όλοι μαζί σε φωτεινό τόπο, αναπαυμένοι, στις αγκάλες του Θεού μας, λόγω των πολλών αγαθοεργιών σας!
Της Ζήνας Λυσάνδρου-Παναγίδη,
Δημάρχου Λευκονοίκου