Την πρώτη επίσημη επίσκεψή του «στην πρωτόθρονη του κυπριακού μοναχισμού Μονή», την Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή, της Ελεούσας Παναγίας του Κύκκου, πραγματοποίησε ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κ. Νικήτας.
Ο Σεβασμιώτατος και η συνοδεία του, που αποτελείτο από τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Κλαυδιουπόλεως κ. Ιάκωβο και από δύο πρωτοπρεσβυτέρους της Αρχιεπισκοπής Θυατείρων, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους από την Κύπρο, κατέφθασαν, λίγο πριν το μεσημέρι της 26ης Σεπτεμβρίου 2022, στη Μονή, όπου τους επιφυλάχθηκε λαμπρή υποδοχή, από τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας, τον και Καθηγούμενο της Μονής, κ. Νικηφόρο και την περί αυτόν Αδελφότητα.
Αμέσως μετά την υποδοχή του Αρχιεπισκόπου Θυατείρων, την περιένδυσή του με μανδύα και την προσκύνηση του ιερού ευαγγελίου, εν πομπή, κατευθύνθηκαν στο Καθολικό της Μονής, όπου τελέστηκε δέηση και ακολούθησε η Προσφώνηση του Πανιερωτάτου.
Στο θερμό και εγκάρδιο καλοσώρισμά του, ο Κύκκου Νικηφόρος, αναφέρθηκε στο μέγα θησαύρισμα της Μονής, την σεπτή και ιερή Εικόνα της Ελεούσης Κυρίας Θεοτόκου, την ιστορηθείσα υπό του ιερωτάτου αποστόλου Λουκά «και από την ίδια την Παναγία ευλογηθείσα», αλλά και στην μορφή του μεγάλου της Κύπρου ηγέτη, του Ποιμενάρχη και Εθνάρχη Αρχιεπισκόπου και πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακαρίου Γ΄», ο οποίος αναπαύεται στα ιερά χώματα της τροφού Μονής του.
Ο Πανιερώτατος κατέστησε, επίσης, τον υψηλό καλεσμένο του, κοινωνό της πολυαιωνίου και πολυσχιδούς ιστορικής πορείας της Μονής Κύκκου, η οποία, όπως τόνισε, «υπήρξε πάντοτε έπαλξη θρησκευτική και εθνική επίφθονη, με έργο πολυδιάστατο, εθνικό, θρησκευτικό, πνευματικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό και πολιτιστικό», επισημαίνοντας, ταυτόχρονα, ότι η Μονή «δεν έπαυσε ποτέ να είναι ο φάρος της ορθοδόξου πίστεως και μαρτυρίας, και ο πυρσός των ζηλωτών της μοναχικής πολιτείας».
«Σήμερα, η Ιερά Μονή Κύκκου, ο αείφωτος αυτός πυρσός της ευσέβειας, επιζεί, όχι σαν ένα μεγαλοπρεπές απολίθωμα παρελθούσης δόξης, ή σαν ένας άφωνος μάρτυρας μέγιστης προσφοράς του παρελθόντος. Και σήμερα το σεπτό και αιωνόβιο αυτό σκήνωμα, το Μοναστήρι της Παναγίας της Κυκκώτισσας, λειτουργεί σαν ένα αγιασμένο εργαστήρι, που διαθερμαίνει τις καρδιές και σώζει τις ψυχές, για τις οποίες ο Θεάνθρωπος Χριστός απέθανε. Η Ιερά Μονή Κύκκου παραμένει και σήμερα, σε πείσμα των καιρικών δυσχερειών, ιερός και άφθαρτος χώρος μετάνοιας, αγνισμού και αδιάλειπτου υμνολογίας του Κυρίου», διερμήνευσε.
Ο Μητροπολίτης Κύκκου υπογράμμισε, ακόμη, ότι η Ιερά Μονή Κύκκου δεν αποτελεί «μόνο ιστορία του παρελθόντος. Είναι και ενεργό παρόν, μετουσιώνοντας σε πράξη τη θεωρία. Είναι ένα πνευματικό φυτώριο θρησκευτικής ζωής και ακτινοβολίας, αλλά και κέντρο αγάπης και φιλανθρωπίας και εξαιρέτων έργων ευποιΐας.
»Προσευχηθείτε, Σεβασμιώτατε, στην Παναγία, τη Μητέρα του Θεού, να ανθοφορεί και να καρποφορεί πάντοτε σ’ αυτό το περιβόλι, σ’ αυτή εδώ την Ιερή Λαύρα, ο ορθόδοξος μοναχισμός. Σας παρακαλούμε, ακόμη, να μην παραλείπετε, Σεβασμιώτατε, να αναφέρετε πάντοτε στις προς τον Θεό εντεύξεις σας και τον σκληρά δοκιμαζόμενο λαό, και της ανεμοδαρμένης αυτής Νήσου, του οποίου για 48 τώρα χρόνια συνεχίζεται των εθνικών παθών η Μεγάλη Παρασκευή», υπογράμμισε, κατακλείοντας τον λόγο του ο Κύκκου Νικηφόρος.
Αντιφωνώντας ο Θυατείρων Νικήτας ευχαρίστησε τον άγιο Κύκκου για την υποδοχή και την αβραμιαία φιλοξενία, και σημείωσε, «ότι δεν μπορεί να έλθει κανείς στην Κύπρο, στο ιερό αυτό νησί, και να μην έλθει σαν προσκυνητής στην Παναγία την Κυκκώτισσα. Έρχομαι και εγώ με την συνοδεία μου να προσκυνήσουμε και να ζητήσουμε κι εμείς την χάρη της Παναγίας». Χαρακτήρισε, μάλιστα, την Μονή ως «ένα δεύτερο Άγιον Όρος. Το Άγιον Όρος στην Ελλάδα εκεί είναι το περιβόλι της Παναγίας και εδώ εις την Κύπρο, εδώ σε αυτά τα εδάφη, που είναι εδάφη ευλογημένα από την ίδια την Παναγία».
Στην συνέχεια έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο ποίμνιο του, στην Μεγάλη Βρετανία, και επεσήμανε, ότι ένα μεγάλο μέρος του αποτελείται από Κυπρίους, πολλοί εκ των οποίων βρέθηκαν εκεί αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή του 1974.
«Εύχομαι σε σας, Γέροντα, να συνεχίσετε εδώ τον αγώνα σας, τον δύσκολο, με την χάρη που σας δίδει η Παναγία, και εύχομαι ο Θεός να επιτρέψει να επιστρέψω σε μία Κύπρο ελεύθερη, ενωμένη, ανεξάρτητη και ευλογημένη από τον Θεό και την Παναγία μας, με τις δικές σας προσευχές, τις οποίες τις ενώνουμε με τις δικές μας», τόνισε, κλείνοντας ο Σεβασμιώτατος.
Αμέσως, μετά την αντιφώνηση του Αρχιεπισκόπου Θυατείρων, ο Πανιερώτατος του προσέφερε ως ενθύμιο της επίσκεψής του ξυλόγλυπτο προσκυνητάρι με αντίγραφο της εφέστιας εικόνας της Μονής, ενώ αντίστοιχα ο Σεβασμιώτατος προσέφερε στον Κύκκου Νικηφόρο επιγονάτιο, φέρων κεντημένη την μορφή του συγχρόνου αγίου της Γηραιάς Αλβιώνος, Οσίου Σωφρονίου του Έσσεξ.
Στην συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας μετά της συνοδείας του ανήλθε στο Θρονί, όπου τέλεσε τρισάγιο στον τάφο του Ενθάρχη Μακαρίου του Γ΄ και θαύμασε από κοντά τον νέο ναό, που ανηγέρθη στο σημείο του θρόνου της Παναγίας.
Μετά την μοναστηριακή τράπεζα, η οποία παρετέθη προς τιμή του, είχε την ευκαιρία να περιηγηθεί στο περίφημο Μουσείο της Μονής Κύκκου και να εγκύψει στα τεθησαυρισμένα εν αυτώ ιστορικά κειμήλια και λατρευτικούς θησαυρούς.