Πραγματοποιήθηκε το πρωί η πανηγυρική Δοξολογία για την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821, στον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης, χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, Χρυσοστόμου Β` και στην παρουσία του Προεδρεύοντος της Δημοκρατίας, Προέδρου της Βουλής, Αδάμου Αδάμου.
Ο κ. Λαλάκος τόνισε ότι «με την ίδια αξιοπρέπεια, την ίδια επιμονή, την ίδια πίστη στο δίκαιο του αγώνα μας, συνεχίζουμε να επιδιώκουμε, ελλαδικός και κυπριακός Ελληνισμός, την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας στη Μεγαλόνησο» και υπογράμμισε ότι «ενωμένοι θα το επιτύχουμε».
Ανέφερε ότι «Ελλάδα και Κύπρος, σε αρραγές εθνικό μέτωπο, θα συνεχίσουν να εργάζονται από κοινού, με ειλικρινή βούληση και καλή πίστη, για την επίλυση του Κυπριακού, για την μετεξέλιξη δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα κανονικό, λειτουργικό ευρωπαϊκό κράτος, απαλλαγμένο από ξένες εγγυήσεις και στρατεύματα κατοχής».
Ο Πρεσβευτής της Ελλάδας είπε ότι η 25η Μαρτίου του 1821 αποτελεί αναμφίβολα για το Έθνος μας το σημαντικότερο ορόσημο της σύγχρονης ιστορίας του, την απαρχή της νέας του πορείας μετά από τέσσερεις ατελείωτους αιώνες ζυγού. Η συμπλήρωση δύο αιώνων από την κορυφαία αυτή ιστορική στιγμή γεμίζει τους Έλληνες ανά την υφήλιο με χαρά και υπερηφάνεια για την μέχρι τώρα πορεία και τα σημαντικά επιτεύγματά μας, τα οποία εμπνέουν βάσιμες ελπίδες για το μέλλον.
Ανέφερε ότι «βρισκόμαστε σήμερα εδώ όχι μόνο για κάνουμε μια – καθ’ όλα χρήσιμη – ιστορική αναδρομή, αλλά και για να αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής σε αυτούς που, εμπνεόμενοι από τις διαχρονικές, οικουμενικές αξίες του ελληνικού πολιτισμού, την ηρωική παράδοση του Γένους, την Ορθοδοξία και τα ιδεώδη του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, θυσιάστηκαν για την ελευθερία».
Ανέφερε ότι το λάβαρο των Κυπρίων αγωνιστών φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα και πρόσθεσε ότι το Υπουργείο Παιδείας της Κυπριακής Δημοκρατίας πήρε την λαμπρή πρωτοβουλία να δωρίσει φέτος αντίγραφα αυτής της ιερής σημαίας σε κάθε σχολείο της Μεγαλονήσου, ώστε να αποτελεί μια επιπλέον πηγή έμπνευσης, υπερηφάνειας και αυτογνωσίας.
Αναφέροντας ότι «η συμμετοχή της Κύπρου στον επαναστατικό αγώνα είχε και μια άλλη διάσταση. Η αποστολή», ο Πρεσβευτής της Ελλάδας είπε ότι «εκείνη ακριβώς την εποχή, 4.000 Οθωμανών στρατιωτών στην Κύπρο από την Συρία και την Παλαιστίνη συνέβαλε στην αρχική εδραίωση και ίσως στην τελική επιτυχία της Επανάστασης, χάρη στη διάσπαση των δυνάμεων που θα μπορούσαν να είχαν διατεθεί από την Υψηλή Πύλη για την έγκαιρη αντιμετώπισή της».