Σαν σήμερα πέφτουν ηρωικά μαχόμενοι οι Γεώργιος Αναστάση, Παναγή Βάσος και Στυλιανού Γεώργιος

Facebook
Twitter
Email
Print

Σαν σήμερα 4/11/1956 πέφτουν ηρωικά μαχόμενοι , οι αγωνιστές της Ένωσης Γεώργιος Αναστάση, Παναγή Βάσος και Στυλιανού Γεώργιος.

Αναστάση Γεώργιος

Γεννήθηκε στο Νέο Χωριό, της επαρχίας Πάφου, το 1933.
Γονείς : Αναστάσης και Αννίκα Ιακώβου
Αδέλφια : Χαραλαμπία, Λάζαρος, Ελένη, Ροδοθέα, Παρασκευή
Αρραβωνιαστικιά : Δέσποινα Χαραλάμπους

Ο Γεώργιος Αναστάση, μετά την αποφοίτησή του από το δημοτικό σχολείο του χωριού του, εργαζόταν ως ψαράς. Εντάχθηκε από τους πρώτους στο χωριό του στον αγώνα της ΕΟΚΑ και δούλευε αθόρυβα ως τροφοδότης και συνοδός ανταρτών της περιοχής του. Ήταν μέλος της Ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων Νέου Χωριού Πάφου και ήταν άριστος στη ρίψη χειροβομβίδων. Πήρε μέρος σε δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων και ασχολήθηκε με την περισυλλογή οβίδων από την περιοχή Αρναούτης του Ακάμα, η οποία χρησιμοποιήθηκε σαν πεδίο βολής του βρετανικού ναυτικού στο Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Το εκρηκτικό υλικό που περιείχαν οι οβίδες χρησίμευε για την κατασκευή ναρκών και χειροβομβίδων για τις ανάγκες της ΕΟΚΑ.

Το Μάιο και τον Ιούνιο του 1956, μαζί με συναγωνιστές του, καθάρισαν θάμνους και ετοίμασαν δίαυλο προσγείωσης αεροπλάνου στην περιοχή του Ακάμα, για ρίψη οπλισμού από αεροπλάνο ή και προσγείωσή του. Ο οπλισμός προγραμματιζόταν να σταλεί στην ΕΟΚΑ μυστικά από την Ιταλία.

Στις 4 Νοεμβρίου 1956 ο Γεώργιος Αναστάση, μαζί με το Γεώργιο Στυλιανού και το Βάσο Παναγή, έστησαν ενέδρα στην είσοδο του χωριού τους, εναντίον των Άγγλων, τους οποίους προκάλεσαν να ανεβούν από την Πόλη Χρυσοχούς στο Νέο Χωριό, όταν με παρότρυνση δική τους, οι συγχωριανοί τους κατέστρεψαν το έμβλημα της Μεγάλης Βρετανίας σε ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο και ύψωσαν την ελληνική σημαία. Με την ακινητοποίηση του δεύτερου οχήματος των Άγγλων, που πέτυχαν με την έκρηξη ηλεκτρικής νάρκης, έριξαν και τις δυο χειροβομβίδες που κρατούσαν, η μια από τις οποίες δεν εξερράγη, και αποχώρησαν. Δεν κτύπησαν το πρώτο αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν οι αστυνομικές αρχές της περιοχής, γιατί μέσα σ’ αυτό μεταφέρονταν όρθιοι δυο ομοχώριοί τους, τους οποίους οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν ως ανθρώπινες ασπίδες.

Οι Άγγλοι στρατιώτες, μαζί με τους Τούρκους επικουρικούς που τους συνόδευαν, τους καταδίωξαν. Και ενώ οι τρεις αγωνιστές είχαν ήδη απομακρυνθεί αρκετά και ήταν έτοιμοι να καλυφθούν πίσω από βουνοκορφή, πληγώθηκε στο πόδι ο αρχηγός τους Γεώργιος Στυλιανού από Άγγλο σκοπευτή και γύρισαν πίσω και τον πήραν. Κατά την αποχώρησή τους, τους πρόλαβαν οι στρατιώτες, που άνοιξαν καταιγιστικά πυρά εναντίον τους και τους συνέλαβαν. Τους μετέφεραν κάτω από μια χαρουπιά, όπου πυροβόλησαν στο κεφάλι το Γεώργιο Στυλιανού και λόγχισαν μέχρι θανάτου τους Γεώργιο Αναστάση και Βάσο Παναγή. Μετά τους μετέφεραν στην πλατεία του χωριού και υποχρέωσαν τους συγχωριανούς τους να περάσουν μπροστά από τα κατακρεουργημένα κορμιά τους, τα οποία συνέχισαν να πυροβολούν και να λογχίζουν. Στη συνέχεια τους κρέμασαν στα οχήματά τους και τους περιέφεραν στην Πόλη Χρυσοχούς.

Παναγή Βάσος


Γεννήθηκε στο Νέο Χωρίο, της επαρχίας Πάφου, στις 17 Φεβρουαρίου 1929.

Γονείς : Παναγής Χριστοδούλου και Παρασκευή Ξενοφώντος Παναγή
Αδελφές : Ελισάβετ, Βασιλεία και Ανδρονίκη

Ο Βάσος Παναγή τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και εργαζόταν ως εργάτης και βοσκός. Με την έναρξη του αγώνα εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ και ήταν μέλος της Ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων Νέου Χωριού. Έδρασε στην απόκρυψη και διανομή εκρηκτικού υλικού, που μαζί με συναγωνιστές του, έπαιρναν από οβίδες που μάζευαν στην περιοχή “Αρναούτης” του Ακάμα, την οποία χρησιμοποιούσε σαν πεδίο βολής το Βρετανικό Ναυτικό στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Πήρε μέρος σε δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων, σε ενέδρες και βομβιστικές επιθέσεις. Το Μάιο του 1956, μαζί με συναγωνιστές του, καθάρισαν από θάμνους και ετοίμασαν στην τοποθεσία Καψάλα του Ακάμα δίαυλο προσγείωσης αεροπλάνου, το οποίο προγραμματιζόταν να μεταφέρει μυστικά από την Ιταλία οπλισμό για τις ανάγκες της ΕΟΚΑ.

Στις 3 Νοεμβρίου 1956 η ομάδα της ΕΟΚΑ Νέου Χωρίου προκάλεσε επίθεση εναντίον Άγγλων στρατιωτών, οι οποίοι περιόρισαν τις κινήσεις τους στην περιοχή, λόγω των συχνών επιθέσεων που δέχονταν από την ΕΟΚΑ. Ο αρχηγός της ομάδας Γεώργιος Στυλιανού, συμβούλευσε να υψωθεί ελληνική σημαία στο σχολείο του χωριού και να καταστραφεί το ταχυδρομικό κιβώτιο που έφερε πάνω το βρετανικό βασιλικό έμβλημα. Ειδοποιήθηκε για τα συμβάντα η αστυνομική αρχή Πόλεως Χρυσοχούς και στάλθηκαν στρατιωτικές δυνάμεις στο χωριό, στην είσοδο του οποίου τα οχήματά τους ενέπεσαν σε ενέδρα της ΕΟΚΑ που έστησαν οι ήρωες Γεώργιος Στυλιανού, Βάσος Παναγή και Γεώργιος Αναστάση. Αυτοί ακινητοποίησαν το δεύτερο όχημα της φάλαγγας με πυροδότηση ηλεκτρικής νάρκης, γιατί στο πρώτο οι δυνάμεις ασφαλείας είχαν δυο ομοχώριούς τους που είχαν πάρει για ανθρώπινες ασπίδες από το δρόμο. Έριξαν τις δυο τους χειροβομβίδες, εκ των οποίων η μια δεν εξερράγη και αποχώρησαν.

Οι Άγγλοι στρατιώτες, μαζί με Τούρκους επικουρικούς που δέχτηκαν την επίθεση, τους καταδίωξαν. Είχαν απομακρυνθεί αρκετά και ήταν έτοιμοι να καλυφθούν πίσω από βουνοκορφή, όταν ο Γεώργιος Στυλιανού, αρχηγός της αποστολής, πληγώθηκε στο πόδι. Οι δυο συναγωνιστές του γύρισαν πίσω και τον πήραν. Κατά την αποχώρηση, τους πρόλαβαν οι στρατιώτες, που άνοιξαν καταιγιστικά πυρά εναντίον τους και τους οδήγησαν σε επίπεδο έδαφος. Εκεί πυροβόλησαν στο κεφάλι το Γεώργιο Αναστάση. Μετέφεραν τους νεκρούς στο χωριό και υποχρέωσαν τους κατοίκους να περάσουν μπροστά από τα κατακρεουργημένα κορμιά τους, τα οποία συνέχισαν να πυροβολούν και να λογχίζουν. Στη συνέχεια τα κρέμασαν στα οχήματά τους και τα περιέφεραν στην Πόλη Χρυσοχούς.

Στυλιανού Γεώργιος

Γεννήθηκε στο Νέο Χωριό, της επαρχίας Πάφου, στις 7 Νοεμβρίου 1938 και μεγάλωσε στην Πόλη Χρυσοχούς, όπου εγκαταστάθηκαν οι γονείς του.

Γονείς : Στυλιανός Δημοσθένους και Φωστήρα Στυλιανού
Αδέλφια : Δέσποινα, Μάρθα, Κλεόπας, Αναστάσιος

Ο Γεώργιος Στυλιανού τελείωσε το δημοτικό σχολείο Πόλεως Χρυσοχούς και φοίτησε στο εκεί Ελληνικό Γυμνάσιο μέχρι και την τετάρτη τάξη. Ήταν ενθουσιώδης με έκδηλο το στοιχείο του θάρρους. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ από τις αρχές του αγώνα και ανέπτυξε πλούσια δράση συνδεόμενος με την ανταρτική ομάδα της περιοχής του. Στη συνέχεια, κατόπιν εντολής του τομεάρχη του, τέθηκε επικεφαλής ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων στο χωριό του. Το Μάιο και τον Ιούνιο του 1956, μαζί με συναγωνιστές του καθάρισε από θάμνους και ετοίμασε δίαυλο προσγείωσης αεροπλάνου στην περιοχή του Ακάμα, για ρίψη οπλισμού από αεροπλάνο ή και προσγείωσή του. Ο οπλισμός προγραμματιζόταν να σταλεί στην ΕΟΚΑ μυστικά από την Ιταλία.

Στις 23 Μαΐου 1956 ο Γεώργιος Στυλιανού κατόρθωσε να εκτελέσει Τούρκο αξιωματικό της αστυνομίας Πόλεως Χρυσοχούς, ο οποίος συλλάμβανε και ανέκρινε Έλληνες και συνήθιζε να κακοποιεί συγγενείς ανταρτών. Αναγνωρίστηκε, αλλά δεν συνελήφθη, επειδή κρυβόταν.
Στις 4 Νοεμβρίου 1956 προκάλεσε τους Άγγλους να ανεβούν στο Νέο Χωριό όταν, με εντολή του, οι συγχωριανοί του κατέστρεψαν το γραμματοκιβώτιο που έφερε το έμβλημα της Μεγάλης Βρετανίας και ύψωσαν την ελληνική σημαία στο δημοτικό σχολείο. Στην είσοδο του χωριού ανέμενε τους Άγγλους επικεφαλής της ομάδας του, που την αποτελούσαν οι Γεώργιος Αναστάση και Βάσος Παναγή, που θανατώθηκαν μαζί του.

Έπληξαν με ηλεκτρική νάρκη το δεύτερο αυτοκίνητο της φάλαγγας των Άγγλων που κατέφθασαν, γιατί στο πρώτο οι αστυνομικές αρχές είχαν τοποθετήσει δυο ομοχώριούς τους, τους οποίους χρησιμοποίησαν ως ανθρώπινες ασπίδες. Με την ακινητοποίησή του, έριξαν και τις δυο χειροβομβίδες τους, εκ των οποίων η μια δεν εξερράγη, και απομακρύνθηκαν προς το λόφο. Ακολούθησε καταδίωξή τους κατά την οποία ο Στυλιανού πληγώθηκε στο πόδι από Άγγλο ακροβολιστή.

Οι δυο συναγωνιστές του γύρισαν πίσω, παρέλαβαν τον αρχηγό τους και προσπάθησαν να φύγουν μεταφέροντάς τον κάτω από τα καταιγιστικά πυρά των εχθρών, αλλά συνελήφθησαν και οι τρεις. Οι Άγγλοι στρατιώτες μαζί με τους Τούρκους επικουρικούς, που ήταν μαζί τους, αποτελείωσαν τον Στυλιανού πυροβολώντας τον στο κεφάλι και θανάτωσαν τους συντρόφους του με λογχισμούς. Κατακρεουργημένους τους μετέφεραν στο χωριό τους, όπου υποχρέωσαν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν και να παρακολουθήσουν νέους πυροβολισμούς των νεκρών ήδη αγωνιστών, τους οποίους κρέμασαν στη συνέχεια στα αυτοκίνητά τους και τους περιέφεραν στους δρόμους της Πόλης της Χρυσοχούς.

Ο θάνατός τους συγκλόνισε ολόκληρη την Κύπρο αλλά ατσάλωσε ταυτόχρονα τη θέληση για συνέχιση του αγώνα.

Skip to toolbar