Σε κλίμα συγκίνησης τελέστηκε το πρωί, στον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννη Θεολόγου στα Κατύδατα, η κηδεία του πεσόντα κατά την τουρκική εισβολή του 1974, Γιαννάκη Χαραλάμπους, ο οποίος έχασε τη ζωή του κατά τους βομβαρδισμούς της 20ής Ιουλίου, στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας.
Στον επικήδειο της λόγο, η Επικεφαλής για Ανθρωπιστικά Θέματα Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων κα Άννα Αριστοτέλους ανέφερε ότι στις 20 Ιουλίου 1974 τα τουρκικά πολεμικά πλοία πλησίασαν τις ακτές του Πέντε Μίλι Κερύνειας, αποβιβάζοντας πάνοπλα στρατεύματα, άρματα μάχης και άλλον πολεμικό εξοπλισμό, ενώ τα τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα επιτίθεντο με σφοδρότητα κατά των θέσεων της Εθνικής Φρουράς και άλλων περιοχών στην Κερύνεια, καθώς και σε άλλες περιοχές της Κύπρου.
Εκείνη τη μαύρη για τον τόπο μας ημέρα, είπε η κα Αριστοτέλους, τα τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα, τα οποία υπερίπταντο της Λευκωσίας, επιτέθηκαν με βόμβες, χωρίς κανένα ενδοιασμό, κατά του Νοσοκομείου Αθαλάσσας. «Είναι η ημέρα που ο Αττίλας έδειξε το πραγματικό του βάρβαρο πρόσωπο, βομβαρδίζοντας ένα νοσοκομείο, σκορπώντας τον όλεθρο, τον πόνο και την καταστροφή», ανέφερε, τονίζοντας ότι μια από τις βόμβες χτύπησε κεντρικό θάλαμο νοσηλευομένων. Τριάντα τρία άτομα έχασαν τη ζωή τους και ενταφιάστηκαν σε κρατήρες, οι οποίοι δημιουργήθηκαν από τους βομβαρδισμούς, ενώ άλλοι τραυματίστηκαν και μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας.
Ο Γιαννάκης Χαραλάμπους ήταν ένας από τους 33 που έχασαν τη ζωή τους. «Ένα από τα 33 αθώα θύματα της τουρκικής βαρβαρότητας, μα ταυτόχρονα θύμα των συνθηκών της τότε εποχής», είπε η κα Αριστοτέλους, επισημαίνοντας ότι η προσωπική ιστορία του πεσόντα συγκλονίζει. «Στο ύστατο χαίρε θα μοιραστούμε όσα σημάδεψαν το σύντομο πέρασμά του από τη ζωή. Σύντομο, μα ουσιαστικό και αγνό, όπως την ψυχή του», συνέχισε.
Ο Γιαννάκης Χαραλάμπους γεννήθηκε το 1945 στα Κατύδατα. Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος Χριστοφόρου, ο οποίος απεβίωσε πέντε χρόνια μετά τη γέννησή του, και η Μυριάνθη Ιωάννου. Είχε δύο μικρότερες αδερφές, την Ανδρούλα και τη Χαραλαμπία.
Όπως ανέφερε η κα Αριστοτέλους, ο Γιαννάκης ασθένησε σε ηλικία τριών ετών. Η λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή που έλαβε του προκάλεσε απώλεια ομιλίας, ενώ επηρεάστηκε και η νοητική του ανάπτυξη. Δεν φοίτησε ποτέ του στο σχολείο και διέμενε στο σπίτι με τον παππού και τη γιαγιά του, ενόσω η μητέρα του εργαζόταν για να μεγαλώσει τα τρία της ορφανά. «Ήταν μοναχικός και ήσυχος μα ταυτόχρονα πολύ φιλικός με όποιον του έδινε σημασία. Αυτό πρόσταζε η αγνή και αθώα ψυχή του. Περνούσε τις ώρες του στην αυλή της εκκλησίας παίζοντας με αυτοσχέδια παιχνίδια. Και περίμενε τα άλλα παιδιά. Τους φίλους του. Ανυπομονούσε να τους συναντήσει μετά το σχολείο για να παίξουν. Να κάνει ότι έκαναν όλα τα παιδιά της ηλικίας του, αποκλεισμένος όμως από τον εκπαιδευτικό χώρο», είπε η κα Αριστοτέλους.
Την κύρια φροντίδα του Γιαννάκη Χαραλάμπους είχε η γιαγιά του η Ευρυδίκη και ο παππούς του ο Γιαννής, ο οποίος είχε αναλάβει και τον ρόλο του πατέρα για τα τρία ορφανά.
«Έτσι κυλούσε η ζωή του Γιαννάκη μας, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄60. Μέχρι που η μητέρα του με τις δύο αδερφές του πήραν την απόφαση να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία» σημείωσε η κα Αριστοτέλους, εξηγώντας ότι οι δυσκολίες τις οδήγησαν στη μακρινή ήπειρο για να εργαστούν και να δημιουργήσουν μια καλύτερη ζωή. Εκεί τις περίμενε η αδερφή της μητέρας του, η οποία τους προσέφερε στέγη και εργασία.
«Ο Γιαννάκης μας δεν ακολούθησε την οικογένειά του. Οι ειδικές του ανάγκες τον κράτησαν πίσω, αφού στην Αυστραλία απαγορευόταν η μετανάστευση ατόμων με τις ιδιαιτερότητες του Γιαννάκη μας. Αποχωρίστηκε μητέρα και αδελφές και παρέμεινε στο πατρικό του με τον παππού και τη γιαγιά του. Παρέμεινε στο χωριό του. Παρέμενε μοναχικός, ήσυχος και αγαπητός σε όλους», συνέχισε η κα Αριστοτέλους.
Η ζωή του Γιαννάκη Χαραλάμπους άλλαξε ξανά βίαια, αναγκάζοντας τον να βιώσει για δεύτερη φορά το συναίσθημα του αποχωρισμού, όταν οι «κηδεμόνες» του, ο παππούς και η γιαγιά του, παρουσίασαν προβλήματα υγείας. «Η απουσία κρατικής κοινωνικής μέριμνας και φροντίδας, καθώς και η προκατάληψη της κοινωνίας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες δεν άφηναν πολλά περιθώρια. Η λύση τότε για την ευάλωτη κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Γιαννάκης μας, ήταν το νοσοκομείο Αθαλάσσας. Οδηγήθηκε εκεί το 1972, δύο χρόνια πριν από την τουρκική εισβολή», επεσήμανε η κα Αριστοτέλους.
Στις 20 Ιουλίου 1974, γράφτηκε ο επίλογος της ζωής του. Βρήκε τραγικό θάνατο κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού του νοσοκομείου από την τουρκική αεροπορία. Όπως είπε η Επικεφαλής για Ανθρωπιστικά Θέματα Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, ο παππούς του δεν άντεξε την είδηση του θανάτου του και πέθανε τέσσερις ημέρες μετά. Η μητέρα του συνειδητά δεν επέστρεψε ποτέ στην Κύπρο και απεβίωσε στην Αυστραλία, σε μεγάλη ηλικία.
«Το τέλος της ζωής του Γιαννάκη Χαραλάμπους ήταν τραγικό, όπως και η ίδια του η ζωή. Υπήρξε θύμα κοινωνικής προκατάληψης και αποκλεισμού. Υπήρξε θύμα της αδυναμίας του κράτους να δημιουργήσει τις απαιτούμενες δομές στήριξης των ευάλωτων ατόμων όπως ο Γιαννάκης μας. Υπήρξε θύμα του αδιάκριτου βομβαρδισμού ενός νοσηλευτηρίου που θεωρείτο ασφαλής χώρος, λόγω της διεθνούς προστασίας που τυγχάνουν οι νοσοκομειακές εγκαταστάσεις εν καιρώ πολέμου. Ο Αττίλας δεν σεβάστηκε τα στοιχειώδη», υπογράμμισε η κα Αριστοτέλους.
Στον επικήδειο λόγο της η Επικεφαλής για Ανθρωπιστικά Θέματα Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων εξήγησε ότι ο Γιαννάκης και οι περισσότεροι από τους νοσηλευόμενους που σκοτώθηκαν, βρίσκονταν στον ίδιο θάλαμο. Τάφηκαν πρόχειρα στους κρατήρες που δημιουργήθηκαν από τους βομβαρδισμούς, χωρίς τελετές και τις νενομισμένες διαδικασίες. Πριν από λίγα χρόνια, συνέχισε, εντοπίστηκε το ακριβές σημείο ταφής τους, και αφού αποφασίσθηκε η εκταφή, με τη μέθοδο DNA διαπιστώθηκε ότι ανάμεσα στα οστά που εντοπίστηκαν, βρισκόταν και μέρος των λειψάνων του Γιαννάκη Χαραλάμπους.
«Του πεσόντα που κηδεύουμε σήμερα. Του αθώου θύματος της τουρκικής βαρβαρότητας, του θύματος του κοινωνικού αποκλεισμού και των στερεοτύπων, της φοβικής στη διαφορετικότητα σκληρής κοινωνίας. Ο Γιαννάκης μας, αδικήθηκε από την κοινωνία, περιθωριοποιήθηκε από το στίγμα, τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις και τις προκαταλήψεις, και έμελλε δυστυχώς, στα 29 του χρόνια, να χάσει τη ζωή του με τον πιο τραγικό τρόπο, στο χώρο όπου βρέθηκε για να λάβει προστασία και φροντίδα», τόνισε η κα Αριστοτέλους.
Υπογράμμισε ότι ο βίος και η απώλεια του Γιαννάκη Χαραλάμπους καταδεικνύουν στην Πολιτεία τον δρόμο της ευθύνης και του καθήκοντος σε πολλαπλά επίπεδα.
«Οφείλουμε ως κοινωνία», είπε η κα Αριστοτέλους, «ένα μεγάλο συγνώμη στον Γιαννάκη για τις αδικίες, την περιθωριοποίηση και την αναλγησία του κράτους, την οποία βίωσε στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, από ηλικίας 3 χρονών, μέχρι το τραγικό τέλος του. Έχουμε καθήκον να διασφαλίσουμε τη δικαίωση της απώλειάς του». Δέσμευση και υποχρέωση της Πολιτείας, τόνισε, είναι να προστατεύει όλα τα μέλη της κοινωνίας, αποδεχόμενη τις ιδιαιτερότητές τους, διαφυλάσσοντας τα αυτονόητα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματά τους.
Αναφερόμενη στο δράμα που βιώνουν οι συγγενείς των αγνοουμένων, η κα Αριστοτέλους τόνισε ότι αποτελεί καθήκον της Πολιτείας να μην ξεχνά και υποχρέωσή της να συνεχίσει τον αγώνα για εντοπισμό όλων των αγνοουμένων μας. «Και αυτό πράττουμε. Η αποκάλυψη της αλήθειας είναι αναφαίρετο δικαίωμα των συγγενών και η μόνη παρηγοριά», είπε καταλήγοντας.